Κατερίνα Καμπόσου
CITY VIBES · ΤΕΥΧΟΣ 79529.07.2021 | 17:23
Στο κτίριο Santalaia στην Μπογκοτά στην Κολομβία, ένα στρώμα από 85.000 φυτά εκτείνεται σε 3.100 τετραγωνικά μέτρα, γιγάντιος καθαριστής της ατμόσφαιρας που παράγει οξυγόνο για 3.000 περίπου ανθρώπους τον χρόνο. Πιο κοντά μας, στο Παρίσι, ένας τοίχος 25 μέτρων στη συμβολή των οδών Aboukir & Petit Carreaux, που έχει καλυφθεί από ένα καταπράσινο χαλί, ύμνος στη βιοποικιλότητα, δημιούργημα του γνωστού αρχιτέκτονα τοπίου Patric Blanc, μεταμόρφωσε μια ολόκληρη περιοχή. Τα κρεμαστά μποστάνια στους τοίχους των πόλεων είναι μια μεγάλη παγκόσμια τάση στον χώρο του landscape design τα τελευταία χρόνια και κάνουν την εμφάνισή τους σιγά-σιγά και στις αθηναϊκές γειτονιές. Διάφορες προτάσεις έχουν ακουστεί μέχρι σήμερα, όπως γκρέμισμα οικοδομικών τετραγώνων και δημιουργία μικρών πάρκων στο κέντρο της Αθήνας, τα λεγόμενα πάρκα τσέπης, κατασκευές «πράσινων δωμάτων», ταρατσόκηποι και κάθετοι κήποι στις προσόψεις πολυκατοικιών.
Kάθετη φύτευση σε καφέ από τον Patric Blanc © Vittorio Zunino Celotto / Getty Images
Πριν ανακαλυφτεί ο όρος «κάθετη ανάπτυξη», μια πολυκατοικία επί της Βασιλίσσης Σοφίας, που όσοι περνάμε από εκεί αναγνωρίζουμε ως τοπόσημο της αθηναϊκής λεωφόρου, είχε ήδη διαλέξει αυτού του είδους τη «διακόσμηση». Πριν από σχεδόν 50 χρόνια οι ένοικοί της αποφάσισαν μόνοι τους να αλλάξουν τη μορφή της πολυκατοικίας τους και να την «πρασινίσουν», χωρίς να γνωρίζουν τότε ότι το σπίτι τους θα γινόταν το πλέον εμβληματικό σε ολόκληρη τη λεωφόρο. Στέκομαι και την παρατηρώ. Με τα βαθυπράσινα γυαλιστερά φύλλα των φυτών της, με τις αλλαγές των χρωμάτων ανάλογα με την εποχή, με τους ήχους των πουλιών που ενίοτε βρίσκουν καταφύγιο ανάμεσα στις φυλλωσιές. Ό,τι πιο κοντινό μπορεί να φέρει ο νους μου, σε ένα κτίριο που μεγαλώνει, βλασταίνει και αλλάζει χρώμα μπροστά στα μάτια κάθε παρατηρητή, σαν να είναι ζωντανό, χάρη στην κατακόρυφη φύτευση που απλώνεται στην επιφάνειά του.
Ανεγέρθη το 1956, όταν δόθηκε αντιπαροχή από την ιδιοκτήτρια, σύζυγο επιφανή καπνέμπορα με δραστηριότητα στην Αίγυπτο. «Ήταν πολυκατοικία με πλούσια κοσμική ζωή, είχε τον δικό της ρόλο στα αθηναϊκά πράγματα της εποχής, πετύχαινες πολιτικούς στους διαδρόμους. Τρία χρόνια μετά την ανέγερσή της αποφασίστηκε και η κάθετη φύτευση. Από μικρό παιδί θυμάμαι το φυτό να απλώνεται σιγά-σιγά σε ολόκληρη την πρόσοψη και οι περαστικοί από κάτω να κοντοστέκονται για να το χαζεύουν. Κακά τα ψέματα, οι πολυκατοικίες στην Αθήνα είναι ένα αναγκαίο κακό, αντιαισθητικές από τη μία, απαραίτητες από την άλλη. Ένα φυτό που αναρριχάται, λοιπόν, και τυλίγεται πάνω στους τοίχους, ένα πράγμα δηλώνει, τη νίκη της φύσης απέναντι στην κακοτεχνία του τσιμέντου και την κακή αισθητική. Αυτό με τη σειρά του μας προσφέρει τη σκίαση που χρειαζόμαστε το καλοκαίρι» θα μου πει ο Θοδωρής Γιαννόπουλος, ένας από τους παλαιότερους κατοίκους στο οικοδομικό τετράγωνο του οποίου η «πράσινη πολυκατοικία» αποτελεί τη διαφήμιση της γειτονιάς.
Η «πράσινη» πολυκατοικία στην λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας / © Θανάσης Καρατζάς
«Ο πρώτος θυρωρός της πολυκατοικίας, ο κύριος Μίμης, περιποιόταν το φυτό ώστε να μη γίνει ανεξέλεγκτο μέχρι τη δεκαετία του ’80 που έπαψε να εργάζεται, οπότε και θέριεψε. Του άρεσε μάλιστα να μεταφυτεύει ρίζες από τον κισσό σε γλαστράκια, τα οποία πουλούσε με ένα συμβολικό ποσό σε όσους ενδιαφέρονταν. Από τότε υπάρχει μόνιμος κηπουρός ώστε να φροντίζει το φυτό που είναι σήμα κατατεθέν της πολυκατοικίας μας και να μην έχουμε ποτέ ζήτημα με τρωκτικά και ζωύφια» εξηγεί ο διαχειριστής Γιάννης Καρμανίδης. Μιλώντας με τους ενοικιαστές γραφείων στο κτίριο καταλαβαίνω αρχικά ότι είναι πιστοί στο πνεύμα των παλιών ιδιοκτητών σχετικά με την εμφάνιση του κτιρίου, κι έπειτα, με τη συντήρηση του κισσού και το βιοκλιματικό αποτέλεσμα που δίνει, συνειδητά προωθούν τη μετρίαση των κλιματιστικών τα οποία μπορεί να βελτιώνουν τις συνθήκες μέσα στο σπίτι αλλά υποβαθμίζουν αισθητικά και περιβαλλοντικά το έξω.
Ο Παναγιώτης Σκοτειδάκης, γεωπόνος, καθηγητής στη Σχολή Κηποτεχνίας του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, σπεύδει να διευκρινίσει τις λεπτομέρειες για το «πράσινο πέπλο» της πρόσοψης που θα μπορούσε να συστηματοποιηθεί στην Αθήνα, μεταμορφώνοντας έναν οποιοδήποτε άχαρο τοίχο. «Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι είναι κισσός, για την ακρίβεια η πολυκατοικία είναι καλυμμένη με παρθενόκισσο ή αμπέλοψη Σβάιτς, αναρριχώμενο από την Ασία, με έλικες που καταλήγουν σε μικρές βεντούζες και το κάνουν κατάλληλο για την κάλυψη τοίχων, σε αντίθεση με άλλα αναρριχώμενα φυτά που χρειάζονται στήριξη. Η ανάπτυξη του είναι γρήγορη, μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 30 μέτρα ύψος και να καλύψει εξαιρετικά μεγάλη επιφάνεια. Το φύλλωμά του το καλοκαίρι οδηγεί στον φυσικό δροσισμό του κτιρίου και των κατοίκων του και απομακρύνεται εύκολα από τον τοίχο, αν κοπεί μετά την ξήρανσή του. Η διαφορά του με τον απλό κισσό είναι ότι ο τελευταίος τραυματίζει κατά κάποιον τρόπο τον τοίχο και επειδή δεν είναι φυλλοβόλο δεν δημιουργεί την κατάλληλη βιοκλιματικότητα».